Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

Ένας κόσμος ανάποδα


 



Καμιά φορά μπορεί να γίνει κάτι φαντασμαγορικό, αλλά συνήθως δεν συμβαίνει τίποτα και στο τέλος της ημέρας ίσως αναρωτιέσαι τι έκανες και σήμερα, επιβίωσες, ίσως πάλι όλες αυτές οι μικρές αυτοτελείς ανούσιες ημέρες να είναι η εισαγωγή για κάτι μεγάλο, ίσως πάλι να μην ήταν ανούσιες αν έκανες κάτι για αυτό.


Εντάξει τώρα, όλα έχουν μια σημασία που τους αναλογεί κι αν ακόμα δεν κατάλαβες από μόνη σου δεν έχει νόημα να σου εξηγήσω, εμένα ποιος θα μου εξηγήσει γιατί σκοντάφτω στο ίδιο σημείο, είναι λοιπόν μέρες που νυστάζω και νύχτες που δεν μου κολλάει ύπνος, είναι φάτσες που δεν αντέχω και μέρη που σφίγγεται το στομάχι μου όταν περνώ, κοίτα, άνθρωποι, χαμογελαστοί, καλοντυμένοι, μια χαρά, όλο νταλαβέρια και κουρέματα μυστήρια και κονέ και όλο στο κινητό, άστο λίγο το ρημάδι, δεν θα πάει πουθενά, πίνουν πολύχρωμες μαλακίες με μαϊντανούς μέσα, φόβος ρε φίλε μην είσαι μόνος γιατί τα χρόνια περνούν, κι οι άνθρωποι περνούν, εγώ θέλω ένα μπαρ ξύλινο με φώτα νέον και κιθάρες και μια μαύρη τύπισσα να κλαίει πάνω από το μικρόφωνο, θέλω σκοτάδι έξω και τζακ με ντραμπούι μέσα, να φοβάμαι να πάω στο αμάξι μη μου την πέσει κανένας αλιγάτορας, και μετά ξύπνησα και περπατώ βιαστικά στον Πειραιά, εκεί στην Νοταρά με πιάνει ένα κάτι και θέλω να στρίψω αλλά κρατιέμαι, κύριος, συνεχίζω, μετά αποφασίζω να παίξω μόνος μου το παιχνίδι κοιτώ-αγνώστους-στα-μάτια-και-όποιος-χαμηλώσει-το βλέμμα-χάνει, κερδίζω δυο τύπους με κοστούμια αλλά η τρίτη, μια κυρία ηλικιωμένη με κοιτάζει τόσο μεγαλόπρεπα, με τόση αξιοπρέπεια που τα χάνω.  Πείτε μου σας παρακαλώ τι ζήσατε και αποκτήσατε τέτοιο βλέμμα, τέτοιο περπάτημα, κερνάω τσιγάρο αν θέλετε, δεν βρίσκω κουράγιο να πω κάτι και μετά ο τροχονόμος στην Κόνωνος αποφασίζει να σταματήσει τα φορτηγά για να περάσω επιτέλους, περνάω δίπλα από το Λάθος και το Πάθος, τα ασπρόμαυρα σκυλιά, κοίτα να δεις, έφτασα, μια πόρτα ανοιχτή περιμένει, να μπω; Μπαίνω. Μια μέρα περιμένει, ας μη της χαλάσω το χατίρι.

Αν ήταν η τελευταία θα έκανα κάτι διαφορετικό; Ναι. Αν ήταν η τελευταία, θα ήθελα να το ξέρω; Όχι. Αν ήσουν η τελευταία μου ελπίδα να είμαι ευτυχισμένος, θα έκανα τα ίδια; Ίσως.